του Δημήτρη Τέλλη
Θα ξεκινήσω κάπως αιρετικά. Το
ασφαλιστικό σύστημα έχει υπερφορτωθεί σε τέτοιο βαθμό από την επί μακρόν
χορήγηση δυσανάλογα υψηλών παροχών στους ασφαλισμένους, που η εξυγίανσή του
δίχως την παραμικρή επιβάρυνση των νεότερων γενεών φαντάζει όνειρο θερινής
νυκτός. Το να επωμισθούν, μάλιστα, οι νεότεροι ένα μέρος του συνολικού βάρους
είναι - εκτός από αναγκαίο οικονομικά - και εν μέρει δικαιολογημένο ηθικά. Και
εξηγούμαι: είναι λογικό αυτοί που κατά τις πρώτες δεκαετίες της ζωής τους
επωφελήθηκαν από την πρωτόγνωρη ευημερία που βίωνε η ελληνική κοινωνία και
στηρίχτηκαν γενναιόδωρα από τους γονείς τους να συνεισφέρουν μέχρι ενός
σημείου, προκειμένου να διασφαλισθεί η πλήρης και αξιοπρεπής συνταξιοδοτική
κάλυψη των γηραιοτέρων.
Άλλο όμως η συνεισφορά κι άλλο η αυτοθυσία. Γιατί όταν υποχρεώνεσαι να πληρώνεις ένα 60-70% του εισοδήματός σου σε φόρους και εισφορές minimum, στην ουσία μετατρέπεσαι σε «Ιφιγένεια». Και μάλιστα σε «Ιφιγένεια» ενός συστήματος που δαπανά το 16% του ελληνικού ΑΕΠ, ενω ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ανέρχεται σε 10%. Ενός συστήματος που μετά από 7 χρόνια κρίσης εξακολουθεί να συντηρεί προνόμια και στρεβλώσεις – όπως οι φόροι υπέρ τρίτων ή οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις- με τα λεφτά των επόμενων. Ενός συστήματος που δεσμεύει πόρους για υψηλά εφάπαξ και – ενίοτε- υπέρμετρα υψηλές συντάξεις την ώρα που η ιδιωτική οικονομία αργοπεθαίνει.
Τούτων δοθέντων, λοιπόν, είναι φανερό πως η προσπάθεια μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού πρέπει να εστιάσει κυρίως στην περιστολή δαπανών. Με στοιχειώδη σεβασμό στην αρχή της ανταποδοτικότητας – ώστε να μην κινητροδοτείται η εισφοροδιαφυγή - αλλά και με κοινωνική δικαιοσύνη που συνεπάγεται την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη προστασία των χαμηλοσυνταξιούχων. Με συνυπολογισμό της μεσομακροπρόθεσμης αναπτυξιακής προοπτικής της ελληνικής οικονομίας που θα βελτιώσει την κατάσταση των ασφαλιστικών ταμείων. Ακόμα και με μελλοντική επιβάρυνση των σημερινών ασφαλισμένων. Και, ναι, ας είμαστε ρεαλιστές: η μείωση των μελλοντικών συντάξεων είναι αναπόφευκτη εφόσον θέλουμε να αποτρέψουμε τόσο τον στραγγαλισμό της αγοράς όσο και τις αιματηρές περικοπές των τωρινών συντάξεων.
Δίχως όμως αύξηση εισφορών για τους νέους που επιχειρούν να στεριώσουν στο επάγγελμα τους ή και για τους μεγαλύτερης ηλικίας επαγγελματίες που πασχίζουν να επιβιώσουν ή να επεκταθούν, προσφέροντας δουλειά σε νέους. Κι αυτό όχι μόνο επειδή είναι άδικο να πληρώνουν οι νυν όλα «τα σπασμένα» των πρώην ούτε απλώς γιατί θα τροφοδοτήσει νομοτελειακά μια σύγκρουση γενεών που θα διαβρώσει τα θεμέλια της ελληνικής κοινωνίας. Αλλά πρωτίστως διότι - ευτυχώς ή δυστυχώς - αυτοί που θα κληθούν να σηκώσουν τη χώρα στις πλάτες τους για τις επόμενες δεκαετίες, να δημιουργήσουν πλούτο και να ανατάξουν την καθημαγμένη οικονομία μας είναι οι σημερινοί εργαζόμενοι με προεξάρχουσα τη νέα γενιά. Αν όλοι αυτοί αποκλεισθούν από την αγορά εργασίας – όπως θα συμβεί αν εφαρμοσθούν τα προβλεπόμενα φορολογικά μέτρα - και εξαθλιωθούν ή επιλέξουν τη μετανάστευση με ακόμη μεγαλύτερη μαζικότητα από ό,τι έως τώρα, η Ελλάδα θα μαραζώνει αέναα και θα μικραίνει –εντός ή εκτός εισαγωγικών- σε όλους τους τομείς.
Θα εξελιχθούμε σε κράτος συνταξιούχων, δημοσίων υπαλλήλων και παγιδευμένων - περιθωριοποιημένων πολιτών χωρίς δυνατότητα φυγής στο εξωτερικό. Και η παράλυση της ιδιωτικής οικονομίας λόγω υψηλών φόρων - εισφορών, γραφειοκρατίας και γενικότερου αντιεπιχειρηματικού κλίματος θα μας κατάστησει χώρα παράσιτο σε μια ιδιότυπη «γκρίζα ζώνη» των ευρωπαϊκών συνόρων. Ή ακόμα χειρότερα χώρα απομονωμένη και πλήρως «λατινοαμερικανοποιημένη» στο νοτιονατολικό άκρο της Βαλκανικής. Με μοναδική χρησιμότητα την εξαγωγή μυαλών στις προηγμένες χώρες.
Ανήκοντας, λοιπόν, κι εγώ με την ευρεία έννοια σε αυτήν την κατάφωρα αδικημένη ως προς το επαγγελματικό της ξεκίνημα γενιά, συναισθάνομαι απόλυτα την ανάγκη του λεγόμενου «κινήματος της γραβάτας» να διαμαρτυρηθεί και να διεκδικήσει. Αρκεί η διεκδίκηση αυτή να μην δώσει χώρο σε βολικές ψευδαισθήσεις περί αναίμακτων λύσεων ή σε αφελείς εμμονές που διαιωνίζουν το πρόβλημα.
thetoc
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου